Συνέντευξη στην "ΑΥΓΗ"
Οι Bogaz Musique είναι η βασική μουσική δραστηριότητά σου και αυτός ο δίσκος είναι ένα project που έκανες για την προσωπική ευχαρίστησή σου ή, αντίθετα, το συγκρότημα είναι απλώς μία από τις δραστηριότητές σου
Με τους Bogaz Musique είμαστε μαζί δέκα χρόνια και ως εκ τούτου αποτελούν και σημαντικό αλλά και συναρπαστικό μέρος της μουσικής μου δραστηριότητας, η οποία κινείται διαρκώς ανάμεσα στην κιθαριστική τέχνη, τη σύνθεση, τη διδασκαλία και τη δισκογραφία. Το «Ινώ» είναι ο πρώτος αμιγώς προσωπικός δίσκος και η μέχρι τώρα κατάληξη των προηγούμενων δράσεων και βιωμάτων μου.
Πριν περάσουμε στον δίσκο είναι, νομίζω, μια καλή ευκαιρία να πεις πώς λειτουργείτε μουσικά στους Bogaz Musique, καθώς είστε ένα συγκρότημα όπως και άλλα και μάλιστα πολύ καλό με μόνη ιδιαιτερότητα ότι πάντα συνοδεύετε την ίδια ερμηνεύτρια, την Ελένη Τσαλιγοπούλου. Αλλά φυσικά δεν είστε η συνοδευτική μπάντα της, δεν σχηματιστήκατε γι’ αυτό, έτσι δεν είναι;
Από τα σχολικά μου χρόνια είμαι πάντα μέλος συγκροτημάτων. Με τους Bogaz λειτουργήσαμε εξαρχής με ανανεωτική διάθεση και με κοινή αισθητική στις πρόβες, τις συναυλίες και προπαντός εκτός μουσικής. Αν και έχουμε υλοποιήσει αρκετά project, κυρίως με άλλους/ες, το να παίζεις με αυτή την ερμηνεύτρια είναι από μόνο του ζωογόνο.
Το να διασκευάσεις παραδοσιακά τραγούδια του Αιγαίου είναι απολύτως κατανοητό, να υποθέσω και ότι είσαι νησιωτικής καταγωγής; Γιατί όμως περιορίστηκες μόνο στις διαφορετικές εκδοχές του οργάνου σου και δεν χρησιμοποίησες και άλλα ή ακόμα και φωνή; Μήπως μια από τις αιτίες για να κάνεις αυτόν τον δίσκο ήταν και η -καθόλου κατακριτέα, βέβαια!- ανάγκη σου να αποδείξεις, πριν από όλους ίσως στον εαυτό σου, την ικανότητά σου, ακόμα και τη δεξιοτεχνία που με τόσο κόπο απέκτησες;
Οι ρίζες μου είναι από τη Μικρά Ασία και έδρα μου όλα αυτά τα χρόνια οι παρυφές του Πειραιά. Η σχέση μου με το Αιγαίο είναι συνεχής και πολυδιάστατη, ως μουσικού και ως ταξιδιώτη. Διάλεξα κείμενα τις δημοτικής μας ποίησης και, με δομικά υλικά τις χορδές και τη φωνή μου, έφτιαξα έναν κόσμο.
Τι το διαφορετικό, αλήθεια, φέρνει σε αυτά τα κλασικά για το ιδίωμά τους τραγούδια το να παιχτούν μόνο με κιθάρα, έστω και όλες τις εκδοχές της;
Την αμεσότητα που έχει ο ήχος της αλλά και τη σύνδεσή της με το τώρα και το πριν. Ο φυσικός ηχητικός κόσμος μιας κλασικής κιθάρα και ο τωρινός μιας ηλεκτρικής στο ίδιο δωμάτιο.
Γιατί δεν χρησιμοποίησες μόνον ένα είδος κιθάρας αλλά και τα τρία;
Είναι τύχη και υπέροχο το να ωριμάζεις ως μουσικός σε μια χώρα που έχει παράθυρα και στις τέσσερις πλευρές του ορίζοντα ώστε να αερίζεται συχνά και αναπάντεχα η μουσική σκέψη και πράξη. Θέλησα να χρησιμοποιήσω τις κιθάρες (ένα διεθνές όργανο για αρκετούς αιώνες) ως κόσμους αλληλένδετους και αυθύπαρκτους.
Σε πιο θεωρητικό επίπεδο, σε ποιο μουσικολογικό/μουσικό αίτημα προσπάθησες να απαντήσεις με την πραγματοποίηση αυτού του CD; Θεωρείς ότι οι προθέσεις σου ολοκληρώθηκαν πλήρως;
Ο διάλογος ανάμεσα «στο εδώ και τώρα» και το παραδοσιακό υλικό από το οποίο μπορεί κάποιος «περαστικός» να εμπνέεται και έτσι να αναδημιουργεί. Από την αρχική σύλληψη μέχρι τώρα το αίσθημα (και όχι μόνο δικό μου) είναι πολύ κοινό με το άνοιγμα της ματιάς όταν βλέπεις τη θάλασσα.
Υπήρξαν κάποιες ανάλογες δισκογραφικές εργασίες Ελλήνων ή και ξένων οι οποίες στάθηκαν έμπνευση, ίσως και κίνητρό σου για το «Ινώ»;
Το πραγματικό κίνητρο ήταν οι στιγμές που τα τραγούδια αυτά έπαιρναν άλλη διάσταση μέσα μου εξαιτίας της απόδοσής τους από απίθανους/ες ερμηνευτές/ιες σε απίθανα μέρη. Οι περιπλανώμενες ανθρώπινες φωνές και μνήμες ως ατέρμων πηγή έμπνευσης.
Ήταν κάτι που έγινε για μια και μοναδική φορά ή σκοπεύεις να το συνεχίσεις με την παραδοσιακή μουσική και άλλων περιοχών της Ελλάδας;
Έχω σκοπό να κάνω τουλάχιστον ένα ακόμα ανάλογο εγχείρημα και εργάζομαι πάνω σε «στεριανό» υλικό. Θέλω να κάνω άλλη μια σειρά τραγουδιών της στεριάς, που την αγαπώ εξίσου!
Πιστεύεις ότι υπάρχει ένα κάποιο ακροατήριο γι’ αυτό τον δίσκο ή στην πραγματικότητα απευθύνεται μόνο σε άλλους μουσικούς και μάλιστα όχι μόνο προς ακρόαση αλλά ακόμα και για να τον μελετήσουν;
Υπάρχει μεγάλο και ανοιχτό ακροατήριο και εντός και εκτός συνόρων. Το «Ινώ» είναι ένας δίσκος που εμπεριέχει τις διαστάσεις που αναφέρεις και επιδίωξή μου ήταν το να ακούγεται στο σύνολό του.
Η προηγούμενη ερώτηση δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε άλλη μία: μπορεί να παρουσιαστεί ζωντανά αυτό το υλικό και έχεις κατά νουν να το κάνεις;
Ήδη συμβαίνει αυτό. Μετά από μια σειρά εμφανίσεων στο «Μουσικό Κουτί» στο Γκάζι, θα πραγματοποιηθεί άλλη μια σειρά εμφανίσεων προς το τέλος Μαρτίου.
Πόσο διαφορετική είναι η αίσθηση του να παίζεις εντελώς μόνος σου, στη σκηνή αλλά ακόμα και στο στούντιο, και όχι μαζί με άλλος μουσικούς όπως συμβαίνει κατά κανόνα;
Η ανάγκη της επικοινωνίας και της εμβάθυνσης με τον εαυτό μας αλλά και με τους συνανθρώπους μας εναλλάσσεται και αλληλεπιδρά στη μουσική πράξη όπως συμβαίνει στα πάντα και παντού στη φύση.
Και ποια είναι, τέλος, τα προσεχή σχέδια σου, τόσο τα προσωπικά όσο και αυτά με τους Bogaz Musique;
Με τους Bogaz Musique πραγματοποιούμε ήδη περιοδεία. Το «Ινώ» ξεκίνησε το ταξίδι του στον κόσμο, ενώ με τους Θέρος, την άλλη μπάντα στην οποία παίζω και δημιουργώ επί είκοσι χρόνια, πραγματοποιούμε προς το παρόν εμφανίσεις στην Αθήνα. Οι συνεχείς μετακινήσεις, η μελέτη και η μουσική φαίνεται να μονοπωλούν το επόμενο διάστημα τον βίο μου, όπως άλλωστε συνέβαινε πάντα.